Ήταν 11 Νοεμβρίου του 1927 και όλα πήγαιναν καλά στον αγώνα ποδηλασίας για τον Τούλιο Καμπανιόλο. Ο νεαρός ποδηλάτης ήταν πρώτος και μάλιστα με διαφορά από τους υπόλοιπους. Το μόνο που έλειπε πλέον ήταν να αλλάξει ταχύτητα για να περάσει από τους Δολομίτες. «Ευκολάκι», θα πείτε. Σωστά;
Όχι τόσο.
Βλέπετε, εκείνη την εποχή, τα ποδήλατα είχαν μόλις δυο ταχύτητες. Ένα γρανάζι από κάθε πλευρά του τροχού: ένα για τις ανηφόρες και ένα για τις κατηφόρες. Τόσο απλά. Ο ποδηλάτης έπρεπε να σταματήσει, να βγάλει τον πίσω τροχό, να τον γυρίσει, να βάλει την αλυσίδα, να σιγουρευτεί ότι είναι καλά τεντωμένη, και να συνεχίσει την πορεία του. Ο νεαρός Τούλιο σταμάτησε και ξεκίνησε τη διαδικασία αλλά τα χέρια του ήταν τόσο παγωμένα (ήταν στους Δολομίτες άλλωστε) που ήταν σχεδόν αδύνατο να καταφέρει να γυρίσει τα μπουλόνια και να βγάλει τον τροχό. Η προσπάθεια του, του πήρε τόσο χρόνο που τελικά οι υπόλοιποι ποδηλάτες τον προσπέρασαν και όχι απλά έχασε τον αγώνα αλλά και ένα καλό πλασάρισμα. Η όλη ιστορία του τη… βίδωσε και σκασμένος από την απώλεια της θέσης του βάλθηκε να βρει ένα τρόπο να βγαίνει ο τροχός πολύ γρηγορότερα από το συνηθισμένο.
Και το κατάφερε:
Ο Καμπανιόλο από νωρίς έδειξε ταλέντο στις κατασκευές. Δημιούργησε πολλά ανταλλακτικά και συσκευές πειραματιζόμενος στο γκαράζ του πατέρα του. Οι περισσότερες από αυτές (και δεν αφορούσαν όλες το ποδήλατο) είχαν τόση επιτυχία που άμεσα αντιγράφονταν προκειμένου να χρησιμοποιηθούν και από άλλους. Όταν καταπιάστηκε με το πρόβλημα του τροχού και την αφαίρεση του δεν μπορεί να πίστευε στην επανάσταση που θα έφερνε στο ποδήλατο. Λίγο καιρό λοιπόν αργότερα ο Καμπανιόλο βγήκε από το εργαστήριο του κρατώντας στο χέρι του το πρώτο Quick Release. Έτσι ο ποδηλάτης μπορούσε πια να βγάλει τον τροχό πολύ γρηγορότερα και χωρίς ιδιαίτερο κόπο, να τον γυρίσει, και να αλλάζει έτσι το γρανάζι πίσω.
Όπως είναι φυσικό, η εφεύρεση του έφερε πάταγο. Μετά τις αντιδράσεις περί των «Ιταλών που έχουν πλέον πλεονέκτημα» όλοι άρχισαν να τοποθετούν το συγκεκριμένο σύστημα στο ποδήλατο τους.
Ο Καμπανιόλο δεν σταμάτησε εκεί. Κατάλαβε ότι θα πρέπει να το πάει ένα βήμα παραπέρα. Πλέον το στοίχημα ήταν να μπορεί ο ποδηλάτης να αλλάζει ταχύτητες χωρίς να χρειαστεί να κατέβει από το ποδήλατο καν.